Το κείμενο αυτό, διορθωμένο και ξανακοιταγμένο, περιλαμβάνεται στο βιβλίο μου "Γλώσσα μετ' εμποδίων" που κυκλοφορεί από τον Οκτώβρη του 2007 από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου. Περισσότερα για το βιβλίο μου αυτό, μπορείτε να διαβάσετε εδώ



Καλένδες και λαθοθηρία: υπέρ αγραμμάτου

 

Στο ίδιο σημείωμα του Στάθη στο οποίο αναφέρθηκα όταν συζήτησα το «παν μέτρον άριστον», γίνεται λόγος και για την δήθεν λάθος έκφραση «στις καλένδες». Συγκεκριμένα λέει ο Στάθης (όλο του το σημείωμα, που έχει γενικότερο «λαθοθηρικό» ενδιαφέρον μπορείτε να το βρείτε εδώ):

 

«Το θέμα παρεπέμφθη στις ελληνικές καλένδες» (δηλαδή εις χρόνον απροσδιόριστον, επειδή καλένδες στο ελληνικό ημερολόγιο δεν υπήρχαν), έγραφε εγγράμματος συνάδελφος. Δυο σελίδες παρακάτω, «στις καλένδες» σκέτο, μπουμπούνιζε ο αγράμματος συνάδελφος (χωρίς να καταλαβαίνει ότι εννοεί στις 20 -περίπου- εκάστου μηνός).

Σημασία έχει ότι ο αγράμματος (που δεν αισχύνεται, διότι, παρ' ότι διαβάζει τον εγγράμματο συνάδελφόν του, ο ίδιος δεν διορθώνεται) δεν ελέγχεται. Κανείς (ίσως επειδή οι εγγράμματοι είναι συνήθως επιεικείς) δεν του την πέφτει -μάλιστα με καλές προθέσεις: δεν είναι κακό να μαθαίνει κανείς, ίσως μάλιστα να 'ναι και ωραίον.

Ομως, ακόμα χειρότερα: αν κάποιος εξηγήσει στον αγράμματο το σωστό και δεν το θεωρήσει ο ερίφης προσβολή, μάλλον θα αδιαφορήσει. Ή, και θα καγχάσει!

 

Ας μη σταθούμε στις αναφορές στον εγγράμματο και τον αγράμματο συνάδελφο του Στάθη· μπορεί όντως να έχει ο άνθρωπος προβλήματα με συναδέλφους στη δουλειά του. Το θέμα είναι ότι πράγματι πολλοί θεωρούν λάθος (ή, προκλητικά, αγραμματοσύνη όπως εδώ ο Στάθης) να λέει κανείς «παρέπεμψε στις καλένδες» και επιμένουν ότι πρέπει να λέμε «παρέπεμψε στις ελληνικές καλένδες».

 

Παράδειγμα, το συνήθως έγκυρο και πολύ χρήσιμο αν και αναπόφευκτα «ρυθμιστικό» Εγκόλπιο της ορθής γραφής που είχε κυκλοφορήσει στις αρχές της δεκαετίας του 1990 από το περιοδικό Ταχυδρόμος. Εκεί αναφέρεται:

Παραπέμπω στις ελληνικές καλλένδες: Αυτή είναι η σωστή διατύπωση της παροιμιακής έκφρασης, η οποία σημαίνει: αναβάλλω μια απόφαση σε αόριστο και ανύπαρκτο χρόνο (ελληνικές καλλένδες δεν υπάρχουν· υπάρχουν μόνο ρωμαϊκές καλλένδες).

[Δύο πράγματα με εντυπωσιάζουν εδώ: το ένα είναι η ιδιόρρυθμη ορθογραφία με δύο λάμδα, λλ, ίσως σε μια προσπάθεια να αποδοθεί η θεσσαλονικιά προφορά, και το άλλο είναι η διαβεβαίωση ότι υπάρχουν ρωμαϊκές καλένδες –μήπως ζούμε σε άλλη χιλιετία;]

 

Να δούμε πώς έχει η κατάσταση. Η παροιμία «στις ελληνικές καλένδες» δεν είναι ελληνική, είναι λατινική. Την έπλασε, θαρρώ ο αυτοκράτορας Αύγουστος, μιλώντας για κάποιους μπαταχτσήδες χρεοφειλέτες, Πληρώνουν, είπε «ad calendas graecas». Τι είναι όμως οι calendas; Οι καλένδες ήταν οι πρώτες μέρες κάθε μηνός του ρωμαϊκού σεληνιακού ημερολογίου, αρχίζοντας από την πρώτη του μηνός [από πού βρήκε ο Στάθης τις 20 του μηνός, αγνοώ· ίσως από τον αγράμματο συνάδελφό του] δηλ. το αντίστοιχο της ελληνικής νεομηνίας ή νουμηνίας αν προτιμάτε.

 

Για τον ρωμαίο της εποχής του Αυγούστου, η υπόσχεση «θα σε πληρώσω στις καλένδες» ήταν εντελώς κυριολεκτική, ισοδύναμη με τη δική μας «θα σε πληρώσω την πρώτη του μηνός», ενώ η έκφραση «θα σε πληρώσω στις ελληνικές καλένδες» έδινε πράγματι την αίσθηση του γκροτέσκου, ισοδύναμη με τις δικές μας «θα σε πληρώσω του Αγίου Ποτέ» (ίνα μη τι χείρον είπω) ή «το μήνα που δεν έχει Σάββατο».

 

Η έκφραση δεν φαίνεται να μεταφέρθηκε στα ελληνικά της εποχής ή στα ελληνικά της βυζαντινής εποχής. Έψαξα σε όλη την αρχαία ελληνική γραμματεία και δεν βρήκα να υπάρχει καμιά αναφορά σε «ελληνικές καλένδες», ενώ γενικά οι μόνες αναφορές σε τύπο «καλένδαι» που βρήκα είναι σε έναν συγγραφέα, τον Ιωάννη Λαυρέντιο Λυδό και το βιβλίο του «Περί μηνών». Υπάρχει βέβαια ο τύπος «καλάνδαι» και αυτός είναι ο ελληνικός τύπος, που χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τη βυζαντινή γραφειοκρατία και από τον Ψελλό για να γράφει περίτεχνα ποιηματάκια προς τιμή και τέρψη του αυτοκράτορά του. Από τις καλάνδες προέρχονται και τα σημερινά κάλαντα. Αλλά ούτε για ελληνικές καλάνδες βρήκα καμιά αναφορά στην αρχαία και τη βυζαντινή γραμματεία.

 

Τώρα, να πω για ποιο λόγο δεν θεωρώ αγράμματο όποιον λέει «στις καλένδες» και μάλιστα να τολμήσω να πω γιατί θεωρώ ελαφρώς εξεζητημένο να λέμε «στις ελληνικές καλένδες».

 

Κατ’ αρχήν (ή κατ’ αρχάς διότι οι όμορφες διακρίσεις όμορφα καίγονται) έχω το κριτήριο της συχνότητας. Μετράω στο γκουγκλ και βρίσκω: 13400 εμφανίσεις του «στις καλένδες» και 585 εμφανίσεις του «στις ελληνικές καλένδες». Παναπεί, το 96% των χρήσεων είναι «λάθος». Κι όσο κι αν δεν με ενοχλεί να είμαι μειοψηφία, όσο κι αν έχω κατά καιρούς ψηφίσει ψηφοδέλτια που το 4% θα το θεωρούσαν τεράστια επιτυχία, σε θέματα χρήσης της γλώσσας δεν μπορώ να περιφρονώ έτσι τη συντριπτική πλειοψηφία (ή πλειονότητα προτιμάτε;) –και σίγουρα δεν θα τολμούσα να τους πω αγράμματους. Ίσως όμως εγώ δεν είμαι και τόσο γραμματιζούμενος.

 

Πάμε παρακάτω. Η παροιμιώδης (ή παροιμιακή, διότι οι όμορφες διακρίσεις κτλ.) έκφραση «στις ελληνικές καλένδες» όπως είπα δεν φαίνεται να περνάει στα μεταγενέστερα και μεσαιωνικά ελληνικά, οπότε εικάζω ότι είναι δάνειο του 19ου αιώνα από τα γαλλικά (Για την έκφραση στα γαλλικά ίσως βάλω χωριστό σημείωμα). Αν όντως έτσι είναι, τότε εκείνοι οι λίγοι (και εκλεκτοί τάχα;) που γράφουν «εις τΑς ελληνικΑς καλένδΑς» νομίζοντας ότι έτσι επικοινωνούν με τα τρισχιλιετή νάματα πλανώνται οικτρά· μια καρακαθαρευουσιανιά αντιγράφουν και διαιωνίζουν. Αν θέλουν να κοινωνήσουν με τα νάματα, να πούνε «εις καλάνδας» ή «ες νουμηνίαν».

 

(Με την ευκαιρία: βλέπω στην ελληνική Βικιπαίδεια, στο λήμμα «καλένδες», τη συμβολή κάποιου ο οποίος κατασκευάζει αρχαίες παροιμίες: Επίσης γνωστή είναι και η αρχαία παροιμία "ες τας ελληνικάς καλένδας εξοφλείν" (ad graecas calendas solvere) που λέγονταν επί χρεών διαρκώς μη εξοφλημένων, επειδή στους ελληνικούς μήνες δεν περιλαμβάνονταν καλένδες. Αργότερα και η παροιμία "παραπέμπειν εις ελληνικάς καλένδας" αφορούσε για κάθε αναβαλλόμενο ζήτημα ή υπόσχεση). Αν και από τα ελληνικά του ανδρός («αφορούσε για κάθε αναβαλλόμενο ζήτημα ή υπόσχεση»!!) εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι πρόκειται για αστοιχείωτο, σας διαβεβαιώνω ότι καμιά αρχαία ελληνική παροιμία με καλένδες δεν έχει διασωθεί!)

 

Για να ανακεφαλαιώσω: για τους Ρωμαίους πριν από 2000 χρόνια, η έκφραση ad calendas graecas έδειχνε πράγματι μιαν ανύπαρκτη ημερομηνία, αφού ελληνικές calendas δεν υπήρχαν. Ο σημερινός έλληνας, δεν γνωρίζει ούτε ελληνικές καλένδες, ούτε ρωμαϊκές ούτε αργεντίνικες, επομένως για τον σημερινό έλληνα οι σκέτες καλένδες είναι εξίσου ανύπαρκτη ημερομηνία.

 

Θέλω να πω, αν εσείς βρείτε συνάδελφό σας (όπως θέλει να μας πείσει ο Στάθης) ο οποίος συνάδελφος, όταν ακούει «στις καλένδες», καταλαβαίνει μια συγκεκριμένη και υπαρκτή ημερομηνία, να τον βάλετε στη γυάλα διότι θα είναι μοναδικό είδος. Διότι, οι σκέτες καλένδες είναι εξίσου ανύπαρκτες όσο και οι ελληνικές, οπότε η γλώσσα, με τη σοφή οικονομία της πέταξε το περιττό. Δεν είναι αγράμματος κάποιος επειδή λέει «στις καλένδες»· είναι φυσιολογικός ομιλητής. (Ανάλογη σοφή οικονομία της γλώσσας μάς έδωσε και το νεράκι που πίνουμε όταν στη φράση «νηρόν ύδωρ» το ουσιαστικό περίσσεψε).

 

Και καθόλου δεν πείθει για την ορθή κρίση του περί τα γλωσσικά όποιος βαφτίζει αγράμματους τους άλλους επειδή προτιμούν να χρησιμοποιούν τον τύπο «παραπέμπω στις καλένδες». Στην καλύτερη περίπτωση, μας δίνει το δικαίωμα να υποθέσουμε ότι υιοθετεί ανεξέταστους τους φετφάδες των λαθοθηρών, εκείνων που περιφέρονται με το τεφτεράκι τους γεμάτο από δήθεν λάθη και κατακεραυνώνουν δικαίους και αδίκους σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να ξεχωρίσουν από την πλέμπα –άραγε δεν μπορούν να βρουν άλλο τρόπο;

 

 

 

Επιστροφή στις Γλωσσικές ακρότητες
Αρχική σελίδα του Νίκου Σαραντάκου




© 2006 Νίκος Σαραντάκος
sarant@pt.lu