Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία – Μακαριστός
Τις μέρες του θανάτου και της κηδείας του αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστόδουλου, επικράτησε στα τηλεοπτικά κανάλια μια χωρίς προηγούμενο μονολιθική νιουσπήκ: ο μεταστάς αρχιεπίσκοπος ήταν πάντα «μακαριστός», στη Μητρόπολη εκτέθηκε σε προσκύνημα το «σκήνωμά» του και, βέβαια, ο Χριστόδουλος δεν πέθανε αλλά «εκοιμήθη». Βέβαια, κάθε θάμα τρεις ημέρες και το μεγάλο τέσσερις, κι έτσι ο μακαρίτης (ή μακαριστός;) Αρχιεπίσκοπος αφού πλήρωσε το κοινό χρέος παραδόθηκε στην ιστορία που θα τον κρίνει.
Ωστόσο, δεν σας κρύβω την ενόχλησή μου για τη νεογλώσσα των καναλιών (τέτοια δογματική ομοφωνία, επαναλαμβάνω, τύφλα να ’χει ο Όργουελ) και αποφάσισα να ψάξω λιγάκι τον όρο μακαριστός για να δω ποια είναι η ιστορία του. Για τους άλλους δύο όρους δεν θα ασχοληθώ τώρα, μόνο να επισημάνω ότι σύμφωνα με το λεξικό Μπαμπινιώτη το σκήνωμα είναι η σορός αγίου. Και άγιος δεν έχει ακόμα κηρυχτεί ο μεταστάς.
Η εντύπωσή μου ήταν ότι ο όρος ‘μακαριστός’ λανσαρίστηκε στο ευρύ κοινό την εποχή του θανάτου του προηγούμενου Αρχιεπισκόπου, του Σεραφείμ. Θυμάμαι μάλιστα ένα σχόλιο των ευφυέστατων και «κακοηθέστατων» Τσεκεροκυρίτσηδων στην Αυγή, ότι «εμείς μέχρι τώρα μόνο φουνταριστό ξέραμε, στο γουότερ-πόλο». Όμως γεννήθηκε τότε η λέξη; Όχι βέβαια, πρόκειται για λέξη αρχαία. Αρχαία, αλλά που δεν είχε την ίδια σημασία. Στα αρχαία, μακαριστός ήταν αυτός που θεωρείται ευδαίμων, που τον μακαρίζουν οι άλλοι, ο ζηλευτός.
Τι λένε τα λεξικά;
Στο λεξικό Δημητράκου το λήμμα μακαριστός περιλαμβάνεται αλλά με την έννοια την αρχαία, του αξιομακάριστου, του ευδαίμονος ανθρώπου.
Στο λεξικό Σταματάκου, δεν περιλαμβάνεται τέτοιο λήμμα.
Το Αντιλεξικό Βοσταντζόγλου δεν περιλαμβάνει τέτοιο λήμμα.
Ας προχωρήσουμε στα νεότερα λεξικά:
Το Λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη, περιλαμβάνει λήμμα ‘μακαριστός’ με τη σημασία «ο θεωρούμενος μακάριος ή καλότυχος»
Το λεξικό Κριαρά, το επίτομο της δημοτικής εννοώ, δεν περιέχει το λήμμα.
Το λεξικό Μπαμπινιώτη είναι χρονολογικά το πρώτο που έχει το λήμμα με την σημασία που επικρατεί σήμερα. Πιο σωστά, δίνει δύο σημασίες: i) αυτός που θεωρείται καλότυχος και ευλογημένος, και ii) (για αποθανόντες ιερωμένους) μακαρίτης. Μάλιστα, συνοδεύει το λήμμα με παραδειγματική φράση: ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Αθηνών Σεραφείμ.
Το λεξικό του ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, που εκδίδεται λίγους μήνες αργότερα, επίσης περιλαμβάνει το λήμμα, μόνο με τη σημασία του θανόντος ιερωμένου.
Ας ψάξουμε στα σώματα κειμένων
Η λέξη ‘μακαριστός’ στα αρχαία σημαίνει «ο θεωρούμενος ή νομιζόμενος μακάριος, ο ευδαίμων» και κατ’ επέκταση «ο ζηλευτός». Η λ. δεν χρησιμοποιείται μόνο για πρόσωπα (την μακαριστοτάτην ευδαιμονίαν, λέει ο Ξενοφώντας). Ακόμα και στο Πατριστικό λεξικό του Λάμπε, που έχει και μεταγενέστερα της κλασικής αρχαιότητας κείμενα, δεν βρίσκω καμιά σημασία όπως τη σημερινή του θανόντος ιερωμένου. Μάλιστα, στον Λάμπε βρίσκω να χρησιμοποιείται, από και για ιερωμένους, η λέξη ‘μακαρίτης’ π.χ. «του μακαρίτου Αλεξάνδρου, του προ εμού επισκόπου» λέει στην Απολογία του κατ’ Αρειανών ο Αθανάσιος. Και γενικά, σε όλη την αρχαία και μεταγενέστερη γραμματεία, για μεταστάντες κληρικούς μόνο η λέξη ‘μακαρίτης’ χρησιμοποιείται, όπως και για άλλους τεθνεώτες χωρίς διάκριση.
Στα νεότερα χρόνια, μια αναζήτηση που έκανα σε σώματα εφημερίδων (αν και η αναγνώριση των λέξεων δεν είναι άσφαλτη) έδωσε προπολεμικά ένα μόνο παράδειγμα χρήσης της λέξης ‘μακαριστός’, στο Εμπρός στις 25/12/1922, και όχι με τη σημερινή έννοια: «ο γερο-Μουζάς, ο μακαριστός, ο τρισευτυχισμένος πατέρας». Στο επίσης προπολεμικό Σκριπ (1893-1911) η λέξη μακαριστός δεν φαίνεται να περιλαμβάνεται ούτε μία φορά, αν και βέβαια αρχιεπίσκοποι πέθαιναν και τότε.
Αντίθετα, η λέξη μακαριστός χρησιμοποιείται, έστω και σπάνια, με την έννοια «μακάριος», όπως στον παρακάτω στίχο από τη μετάφραση της Οδύσσειας από τον Εφταλιώτη (μ371): Δία πατέρα, και θεοί μακαριστοί κι αιώνιοι
Μεταπολεμικά: Τέσσερις κηδείες και ένας μακαριστός
Για να κάνω πιο συστηματική την αναζήτησή μου, ανέτρεξα στα φύλλα της εφημ. «Ελευθερία» στην Εθνική Βιβλιοθήκη για να δω με ποιο λεξιλόγιο περιγράφονταν οι θάνατοι αρχιεπισκόπων.
Στο θάνατο του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, στις 20.5.1949, η Ιερά Σύνοδος αναγγέλλει στο χριστεπώνυμο πλήρωμα την «προς Κύριον αποδημίαν του προέδρου αυτής Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Δαμασκηνού». Όλοι οι πολιτικοί (Θεμ. Σοφούλης πρωθυπουργός, Θεοτόκης πρόεδρος Βουλής, Κ. Τσάτσος, Σ. Γονατάς, Γ. Παπανδρέου) εκφράζουν βέβαια τη θλίψη τους αλλά χρησιμοποιώντας λέξεις όπως μακαριότατος, σεπτός ιεράρχης κτλ. και πάντως όχι μακαριστός. Σε κανένα σημείο του εκτενέστατου ρεπορτάζ δεν βρίσκω τη λέξη μακαριστός για τον μακαρίτη.
Στις 24.5 γίνεται η κηδεία και η εφημερίδα κάνει λόγο για την σεπτή σορό (όχι σκήνωμα) του αποβιώσαντος ιεράρχου. Στο τηλεγράφημά του, ο Πατριάρχης Αθηναγόρας χαρακτηρίζει τον μακαρίτη «αοίδιμο» αλλά όχι μακαριστό. Πλήθος είναι τα ψηφίσματα ιδρυμάτων, οργανισμών και σωματείων (ο μακαρίτης, έχοντας διατελέσει αντιβασιλέας, είχε πολυσχιδή δραστηριότητα) αλλά πουθενά δεν βρίσκω τον όρο «μακαριστός». Παρεμπιπτόντως, και τότε το πένθος είχε κηρυχθεί τριήμερο και η μέρα της κηδείας αργία για τις δημόσιες υπηρεσίες.
Ο διάδοχός του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο, ο Σπυρίδων, πέθανε την 21.3.1956. Η εφημερίδα της επομένης μέρας στο ρεπορτάζ για τον θάνατό του χρησιμοποιεί τη λέξη «ο εκλιπών», ενώ ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής τον χαρακτηρίζει «πρωθιεράρχη». Ωστόσο, μέσα στο σωρό από τα τηλεγραφήματα ιδρυμάτων κτλ. βρίσκουμε ένα και μοναδικό το οποίο όντως χρησιμοποιεί τη λέξη. Πρόκειται για την ανακοίνωση του Διοικητικού Συμβουλίου του Εκκλησιαστικού Οφανοτροφείου Βουλιαγμένης, το οποίο μιλάει για το άγγελμα "της προς κύριον μεταστάσεως του μακαριστού Πρόεδρου, Πατρός και προστάτου αυτού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Κυρού Σπυρίδωνος" και που το υπογράφει, ως Αντιπρόεδρος του ιδρύματος, κάποιος μητροπολίτης. Τα άλλα τηλεγραφήματα περιορίζονται στο «Μακαριότατος» (αν και το γράφουν με ωμέγα) και στο «σεπτός ιεράρχης». Αλλά και στο ρεπορτάζ της κηδείας, η εφημερίδα μόνο για Μακαριότατο μιλάει ή για αποθανόντα αρχιεπίσκοπο. Και στα άλλα ρεπορτάζ, μόνο τη λέξη μεταστάς βρίσκω.
Ο επόμενος αρχιεπίσκοπος, ο Δωρόθεος, δεν μακροημέρευσε στο θρόνο: πέθανε ύστερα από δεκαέξι μόλις μήνες, στις 26.7.1957, και μάλιστα στη Στοκχόλμη όπου είχε μεταβεί προς θεραπεία. Στο άγγελμά της προς το χριστεπώνυμο πλήρωμα, η Ιερά Σύνοδος αγγέλλει ότι «ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρός Δωρόθεος εξεδήμησεν προς Κύριον», δέεται υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου και μιλάει για τη σορό (όχι σκήνωμα) του μεταστάντος. Ο Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου Μακάριος (βρισκόμαστε καταμεσίς του απελευθερωτικού αγώνα) μιλάει για σεπτό πρωθιεράρχη, ενώ οι πολιτικοί αρχηγοί χρησιμοποιούν λέξεις όπως μακαριότατος. Η λέξη μακαριστός απουσιάζει όπως και τα εκοιμήθη και σκήνωμα του νιουσπήκ που επικράτησε πενήντα χρόνια αργότερα.
Ο επόμενος, ο Θεόκλητος, πεθαίνει στις 8.1.1962. Η είδηση του θανάτου χρησιμοποιεί μόνο τον όρο ‘ο μεταστάς’. Το ίδιο και οι ανακοινώσεις. Ωστόσο, η ειδησεογραφία εστιάζεται λιγότερο στον μακαρίτη και περισσότερο στη διαδοχή του. Πράγματι, ο επόμενος Αρχιεπίσκοπος, ο Ιάκωβος, θα εξαναγκαστεί σε παραίτηση ύστερα από 12 μόλις μέρες. Ο διάδοχός του Ιακώβου, ο Χρυσόστομος, πέθανε έχοντας εκτοπισθεί από τον Ιερώνυμο και τη χούντα, ο Ιερώνυμος παραιτήθηκε, και πρέπει να φτάσουμε στον Σεραφείμ το 1998 για να βρούμε Αρχιεπίσκοπο να πεθαίνει εν ενεργεία.
Επομένως, στους τέσσερις αυτούς θανάτους εν ενεργεία Μητροπολιτών, από το 1949 έως το 1962, μόνο μία φορά βρήκα να χρησιμοποιείται στην εφημερίδα Ελευθερία η λ. μακαριστός. Για να είμαι δίκαιος, βρήκα και μια άλλη ανεύρεση, το 1966, σε άρθρο αρχιμανδρίτη, όταν είχαν αποδημήσει εις κύριον πολλοί μητροπολίτες μαζεμένοι, τους οποίους ο αρχιμανδρίτης αυτός αποκαλεί "μακαριστούς". Δύο όλες κι όλες ανευρέσεις της λέξης σε διάστημα δεκαετιών.
Επίσης, η λέξη μακαριστός ανευρίσκεται δύο φορές στον Ταχυδρόμο της Αλεξάνδρειας. Στις 2.9.1972, σε άρθρο του Μητροπολίτη Καρθαγένης για τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα. Όμως στην ίδια εφημερίδα (22.1.1960) η λέξη χρησιμοποιείται με την παλιά της έννοια: Μακαριστός ο Κυπριακός Λαός ότι αι εθνικαί του υποθέσεις ευρίσκονται στα ασφαλή «Καλά χέρια» του Μακαρίου του λέει ο αρθρογράφος ίσως κάνοντας και λογοπαίγνιο με το όνομα του Κύπριου ιεράρχη ή εθνάρχη.
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν σε ηλεκτρονική μορφή νεότερα σώματα εφημερίδων π.χ. από την περίοδο 1985-1995, κάτι που θα μας επέτρεπε να ανιχνεύσουμε πότε ακριβώς η λέξη ‘μακαριστός’ εκτοξεύτηκε από την αφάνεια στην σχεδόν υποχρεωτική χρήση.
Για την προ του θανάτου του Σεραφείμ περίοδο έχουμε μόνο το σώμα της εφημ. Τα Νέα, για ένα χρόνο και κάτι. Και από τις 1/1/1997 έως την άνοιξη του 1998, η λέξη ‘μακαριστός’ μόνο μία φορά ανευρίσκεται: «σύμφωνα με τις καταγγελίες, τότε, του μακαριστού Μητροπολίτου Πέτρας Δημητρίου…» (Νέα, 28.8.1997).
Αντίθετα, στην Κύπρο, η λέξη μακαριστός χρησιμοποιείται αρκετά και σε άλλα συμφραζόμενα. Για παράδειγμα, ο τέως Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος προέτρεψε το 2004 τους συγγενείς ενός θανόντος ανώτατου στρατιωτικού «να νοιώθουν μακαριστοί», ενώ σε άλλη κυπριακή ιστοσελίδα βρίσκω να χρησιμοποιείται ο όρος για πεσόντες στρατιωτικούς: οι μακαριστοί Ευστάθιος Σάββα Πασιουλής …
Συμπέρασμα;
Το συμπέρασμά μου είναι ότι η λέξη ‘μακαριστός’ αποτελεί ενδιαφέρον παράδειγμα μονολιθικής επιβολής ενός όρου ο οποίος ελάχιστα χρησιμοποιόταν επί δεκαετίες και επί αιώνες και ξαφνικά έγινε σχεδόν υποχρεωτικός. Το υλικό που είχα στη διάθεσή μου δεν μου επιτρέπει ασφαλή χρονολογικά συμπεράσματα, κι έτσι αναγκάζομαι, έχοντας γράψει τόσα και τόσα, να παραδεχτώ ότι πιο εύστοχα συνοψίζει την κατάσταση ο παρακάτω αφορισμός που τον βρήκα στο ιστολόγιο του Ροΐδη:
«Κάποιος κάπου κάποτε το έγραψε αυτό για κάποιον δεσπότη και η μπουμπουνοκέφαλη δημοσιογραφία το αντιγράφει και το χρησιμοποιεί με το ψευτοεπίσημο σοβαροφανές ύφος των υποκριτών θεωρώντας πως εντυπωσιάζει το ακροατήριο»
Υστερόγραφο:
Καθώς ξανακοιτάζω το κείμενο και διορθώνω διάφορα σημεία, προσέχω περισσότερο
στο λεξικό Μπαμπινιώτη την παραδειγματική φράση «ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος
Αθηνών Σεραφείμ» και εκπλήττομαι για την ταχύτητα με την οποία το λεξικό αυτό
παρακολουθεί την επικαιρότητα –διότι, βέβαια, ο Σεραφείμ εγκατέλειψε τον μάταιο
τούτο κόσμο στις 10 Απριλίου του 1998 και η επανεκτύπωση της πρώτης έκδοσης που
έχω στα χέρια μου βγήκε τον Ιούλιο. Πράγμα που σημαίνει πως μέσα στον κακό χαμό
με τους βουλγάρους και τους παοκτζήδες, που εξαιτίας του έγινε η επανεκτύπωση,
κάποιος επιμελητής του λεξικού σκέφτηκε και συμπλήρωσε το λήμμα ‘μακαριστός’. Chapeau!
Επιστροφή στις Λεξικογραφικές σημειώσεις
Επιστροφή στις ιστορίες λέξεων
Επιστροφή
στα Γλωσσικά
Αρχική
σελίδα του Νίκου Σαραντάκου