Μάθε παιδί μου γράμματα, να γίνεις καραβοκύρης

 

Ξαναδιαβάζω τα Ελληνικά του Ξενοφώντα (παρέκβαση: παλιότερα θα έγραφα ‘του Ξενοφώντος’, αφού πρόκειται για τον αρχαίο συγγραφέα και όχι, ξερωγώ, για τον σύγχρονο στιχουργό Ξενοφώντα Φιλέρη· επειδή όμως όλο και περισσότερο βλέπω αρχαιότροπες κλίσεις σε ονόματα σαν της Μαντούς και της Ηρούς, και μάλιστα όχι μόνο για τις ως άνω τραγουδίστριες που μπορεί να πει κανείς ότι το διάλεξαν μοναχές τους το αρχαιότροπο έτσι για ομορφιά και για ζαφιριλίκι, αλλά το βλέπω και για τη Σαπφώ Νοταρά ή για τη Μαντώ Μαυρογένους, που δεν μπορούν από εκεί που βρίσκονται να αρπάξουν καμιά βρεμένη σανίδα, επειδή λοιπόν βλέπω ότι οι όμορφες διακρίσεις όμορφα καίγονται και οι νεοκαθαρευουσιάνοι ταλιμπάν τα θέλουν μονά-ζυγά δικά τους, αποφάσισα κι εγώ να λέω του Ξενοφώντα όπως εδίδαξε ο Αγαπητός Τσοπανάκης που μετέφρασε κοτζάμ Ιστορία της αρχαίας γραμματείας του Λέσκι χρησιμοποιώντας απ’ άκρη σ’ άκρη δημοτικές κλίσεις των αρχαίων ονομάτων και –ακούς εκεί;- κανείς αναγνώστης του δεν μπέρδεψε διαβάζοντας «του Πλάτωνα», τον Πλάτωνα τον φιλόσοφο με τον Πλάτωνα τον υδραυλικό της γωνίας. Τέλος παρέκβασης όμως γιατί παρατράβηξε). Για τον Ξενοφώντα έλεγα, και έλεγα ότι διάλεξα την έκδοση της σειράς του Κάκτου, παρά το ότι ήξερα τα αγκάθια που κρύβει ο Κάκτος, διότι αφ’ ενός στο (μεγάλο, κεντρικό, ονόματα δεν λέω) βιβλιοπωλείο όπου πήγα δεν υπήρχε άλλη πλήρης έκδοση που να έχει και το αρχαίο και το νέο αντικριστά και αφ’ ετέρου, χίλια τα στραβά του Κάκτου, αλλά και από τις παλιότερες μεταφράσεις πολλές δεν διαβάζονται και άλλες έχουν γεράσει.

 

Και ενώ με τόσο καλή πρόθεση πλησιάζω το έργο, μου χαλάει την όρεξη η μετάφραση και γενικότερα να το πω η ανύπαρκτη επιμέλεια. Δεν θα απαριθμήσω όλα τα κουσούρια του βιβλίου, ούτε θα σταθώ στα λάθη ένα προς ένα –κινδυνεύω, βλέπετε, αν το προσπαθήσω αυτό, να γράψω σύγγραμμα εκτενέστερο κι απ’ του Ξενοφώντα, ιδίως αν με πιάσει η μανία για παρεκβάσεις.

 

Δυο μόνο σημεία θα θίξω, διότι εξ όνυχος τον λέοντα έλεγαν οι αρχαίοι.

 

Το ένα, πολλοί μπορεί να μην το έπιαναν για λάθος καν. Στο βιβλίο Δ των Ελληνικών, υπάρχει η αφήγηση της μάχης της Κορώνειας, όπου το αρχαίο κείμενο λέει (παρέκβαση: μπορώ να παρουσιάσω πολυτονικό στη σελίδα αυτή, αλλά πειραματίζομαι επειδή θέλω να δω αν είναι μπορετό να ξεπεράσουμε αυτό το ταμπού, ότι και καλά για να κατανοήσουμε πέντε αρχαίες λέξεις θέλουμε δασείες και περισπωμένες –λες και αυτό μας λείπει μόνο· στο κάτω-κάτω ο Ξενοφώντας μια χαρά έγραφε και διάβαζε χωρίς περισπωμένες), λέει λοιπόν: «και συμβαλόντες τας ασπίδας εωθούντο, εμάχοντο, απέκτεινον, απέθνησκον». (Δ.3.19) Μεταφράζει ο Κάκτος: «και αφού συνεπλάκησαν με τις ασπίδες τους, σώμα με σώμα πολεμούσαν, σκότωναν και πέθαιναν» (σελ. 127 του τόμου αρ. 120 της σειράς του Κάκτου). Είναι το ίδιο; Στο νόημα ίσως. Αλλά στο ύφος; Δεν αδυνατίζει τρομερά η μετάφραση την ένταση και το ρυθμό του πρωτοτύπου; (Τι το αδυνατίζει, το εξοντώνει). Ο μεταφραστής έπρεπε εδώ να βάλει τέσσερις αραδιαστούς παρατατικούς –έβαλε τρεις και όχι αραδιαστούς, το σκότωσε το κείμενο, του διέλυσε το ρυθμό. Και το γουστόζικο είναι ότι πρόκειται για απόσπασμα διάσημο, ήδη από την αρχαιότητα. Ο Λογγίνος (εντάξει, ο ψευδο-Λογγίνος, αν θέλουμε να είμαστε ψείρες), στο Περί ύψους, το φέρνει σαν παράδειγμα ότι «τα αλλήλων διακεκομμένα … φέρει της αγωνίας έμφασιν». Αμ εδώ, δεν φέρει.

 

Επειδή όμως όλα αυτά μπορεί να τα πει κανείς υποκειμενικά και θέμα γούστου, να περάσουμε στο δεύτερο παράδειγμα, που έχει να κάνει με τη σημασία. Πιο κάτω στο Δ βιβλίο των Ελληνικών (Δ.8.11) διαβάζουμε ότι ο Λακεδαιμόνιος ναύαρχος Ποδάνεμος σκοτώθηκε «και ο γραμματέας του ο Πόλλις τραυματίστηκε και αποχώρησε» (σελ. 177) οπότε τη διοίκηση των πλοίων ανέλαβε ο Ηριππίδας. Τώρα, κάτι δεν πάει καλά εδώ. Τόσο σπουδαίο πρόσωπο είναι ο γραμματέας που πρέπει να μας πουν για τον τραυματισμό του; Και τι σχέση έχει με το κουμάντο των πλοίων; Προχωράμε λίγο πιο πέρα, στο Ε βιβλίο (Ε.1.5) όπου βλέπουμε ότι ένας άλλος Σπαρτιάτης ναύαρχος, άφησε στην Αίγινα «αρμοστή τον δικό του γραμματέα, τον Γοργώπα» και μερικές γραμμές πιο κάτω, ότι ο Ανταλκίδας διόρισε διοικητή σε κάποια πλοία «τον γραμματέα Νικόλοχο» (σελ. 197 και τα δύο). Αρχίζουμε να φανταζόμαστε ότι ο γραμματέας ήταν πολύ σπουδαίο πρόσωπο στην αρχαία Σπάρτη, αφού αναπλήρωνε το ναύαρχο, αναλάμβανε διοίκηση πλοίων, μέχρι και ολόκληρων νησιών αρμοστής γινόταν! Μάθε παιδί μου γράμματα, να γίνεις καραβοκύρης δηλαδή. Όμως είναι έτσι; Τι λέει το αρχαίο κείμενο; Το αρχαίο κείμενο παντού χρησιμοποιεί τη λέξη «επιστολεύς» εκεί που ο Κάκτος μεταφράζει «γραμματέας». Τώρα, εμείς που είμαστε απλώς φιλέρευνοι αναγνώστες, κάνουμε κάτι που στις μέρες μας λίγοι μεταφραστές κάνουν: Ανοίγουμε λεξικό! Και βλέπουμε στο (αγγλικό) Λίντελ Σκοτ ότι η λέξη επιστολεύς στους αρχαίους σήμαινε μεν τον βασιλικό γραμματέα των Περσών, τον γραμματοκομιστή ίσως, όμως στους Λακεδαιμονίους σήμαινε τον αναπληρωτή του ναυάρχου, τον αντιναύαρχο ή υποναύαρχο (vice-admiral γράφουν οι κουτόφραγκοι). Και βέβαια τώρα βγαίνει νόημα: ο ναύαρχος πολύ λογικό είναι να διορίζει αρμοστή ενός τόπου ή διοικητή μιας μοίρας του στόλου τον αναπληρωτή του –και όχι φυσικά τον γραμματικό του!

 

Το κωμικοτραγικό είναι ότι στο ίδιο έργο, στο Β βιβλίο των Ελληνικών (που έχει τυπωθεί στον Τόμο 119 του Κάκτου), αναφέρεται ότι οι Σπαρτιάτες , επειδή δεν επιτρεπόταν να στείλουν το ίδιο άτομο δυο φορές στη σειρά για ναύαρχο, έστειλαν Λύσανδρον ως επιστολέα, ναύαρχον δε Άρακον –και εδώ, πολύ σωστά μεταφράζεται το επιστολεύς σε «υποναύαρχος». Οπότε; Τι συμβαίνει με τους μεταφραστές του Κάκτου; Ήταν ένας και το ξέχασε ή μήπως ήταν πολλοί και η ομάδα εργάζεται με το χριστιανικό τρόπο (δηλαδή δεν γνωρίζει η αριστερά της τι ποιεί η δεξιά της);

 

 

Επιστροφή στις σελίδες για τη μετάφραση
Αρχική σελίδα του Νίκου Σαραντάκου




© 2006 Νίκος Σαραντάκος